Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ: Ένα Φυσικό Εργαστήριο Γεωλογικών Φαινομένων

Δρ. Δημήτρης Σακελλαρίου & Δρ. Βασίλης Λυκούσης
Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών, http://www.hcmr.gr/

Η Ανατολική Μεσόγειος είναι μία από τις πιο πολύπλοκες περιοχές της υδρογείου. Εδώ συναντώνται τρεις λιθοσφαιρικές πλάκες: η Ευρασιατική, η Αφρικανική και η πλάκα της Σαουδικής Αραβίας (Εικόνα 1). Η πλάκα της Αφρικής κινείται προς Βορρά, δηλαδή προς την ευρασιατική. Η πλάκα της Σαουδικής Αραβίας κινείται επίσης προς Βορρά αλλά με μεγαλύτερη ταχύτητα και συγκρούεται με την ευρασιατική πλάκα. Η σύγκρουση αυτή αναγκάζει την ηπειρωτική μικρο-πλάκα της Τουρκίας να κινηθεί προς τα δυτικά, κατά μήκος του ρήγματος της Βόρειας Ανατολίας. Η κίνηση αυτή της Τουρκίας πιέζει τον ηπειρωτικό φλοιό του Αιγαίου από ανατολικά, το οποίο όμως είναι μπλοκαρισμένο από την δυτική πλευρά του. Ο ηπειρωτικός φλοιός του Αιγαίου, αφού δεν μπορεί να κινηθεί προς Βορρά, Δύση και Ανατολή, παραμορφώνεται και αναγκάζεται να «ξεφύγει» προς Νότο.





Εικόνα 1:
Χάρτης των γεωτεκτονικών κινήσεων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου

 
 
 
 
 
 

Στη διαδικασία της διαφυγής της μικρο-πλάκας του Αιγαίου προς Νότο, ο λιθοσφαιρικός φλοιός σπάει σε διάφορες ζώνες, οι οποίες σε γενικές γραμμές είναι παράλληλες με το Ελληνικό Τόξο, δηλαδή το νοητό τόξο που περιλαμβάνει τα Ιόνια νησιά, την Κρήτη, την Κάρπαθο και τη Ρόδο. Το Ελληνικό Τόξο αποτελεί το όριο μεταξύ της μικρο-πλάκας του Αιγαίου και της Αφρικανικής πλάκας, η οποία βυθίζεται κάτω από αυτό. Όλες αυτές οι κινήσεις και οι παραμορφώσεις των λιθοσφαιρικών πλακών και μικρο-πλακών γίνονται αντιληπτές με τους συχνούς, μικρούς και μεγάλους σεισμούς που εκδηλώνονται στην περιοχή.
Μία από τις ζώνες παραμόρφωσης του ηπειρωτικού φλοιού του Αιγαίου είναι και ο Κορινθιακός Κόλπος. Είναι μια σχετικά πρόσφατη γεωλογική δομή – άρχισε να δημιουργείται πριν από 4-5 εκατομμύρια χρόνια – που κόβει σχεδόν κάθετα την ορεινή ραχοκοκαλιά της Ελλάδας (Εικόνα 2). Πριν τη δημιουργία του Κορινθιακού, η Πελοπόννησος ήταν ενωμένη με την Κεντρική Ελλάδα και οι οροσειρές της Κεντρικής Ελλάδας ήταν συνεχόμενες με αυτές της Πελοποννήσου.
 



Εικόνα 2: Δορυφορική φωτογραφία Landsat της περιοχής του Κορινθιακού Κόλπου με τα κυριότερα ρήγματα στη στεριά και υποθαλάσσια

 
 
 
 
 

Το βύθισμα του Κορινθιακού άρχισε να διαμορφώνεται όταν τα πρώτα ρήγματα, αυτά που σήμερα βρίσκονται νότια, στις βόρειες πλαγιές των βουνών της Πελοποννήσου, πριν 4-5 εκατομμύρια χρόνια, έκοψαν κάθετα τις οροσειρές. Στο αρχικό βύθισμα υπήρχαν μεγάλες κοιλάδες, στις οποίες έρεαν ορμητικά ποτάμια, και πεδιάδες με μεγάλες ή μικρότερες λίμνες. Τα ποτάμια έφερναν αδρό υλικό, κροκάλες και άμμους στην πεδινή περιοχή ενώ οι λίμνες γέμιζαν με λεπτό υλικό. Τα ιζήματα του αρχικού βυθίσματος, του λεγόμενου «Πρωτο-Κορινθιακού Κόλπου», βρίσκονται σήμερα στην Βόρεια Πελοπόννησο, από την περιοχή της Κορίνθου και της Νεμέας μέχρι το Ξυλόκαστρο, την περιοχή των Καλαβρύτων και το Αίγιο (Εικόνα 3)
Στο πρώτο στάδιο της δημιουργίας του Κορινθιακού η Πελοπόννησος χωρίστηκε από την Στερεά Ελλάδα και άρχισε να απομακρύνεται προς νότια.



Εικόνα 3: Με το κίτρινο χρώμα σηματοδοτείται η περιοχή του «Πρώτο-Κορινθιακού Κόλπου», μεταξύ 5-1,5 εκατομμύρια χρόνια πριν από σήμερα. Τα ιζήματα εκείνης της εποχής συναντώνται σήμερα στην Βόρεια Πελοπόννησο, από την Κόρινθο και τη Νεμέα μέχρι τα Καλάβρυτα και το Αίγιο.




Πριν 1,5 εκατομμύριο χρόνια τα πρώτα, νοτιότερα ρήγματα σταμάτησαν να λειτουργούν και δημιουργήθηκαν νέα ρήγματα, πιο βόρεια από αυτά (Εικόνα 4). Τα νέα ρήγματα στη περιοχή της Περαχώρας, του Ξυλόκαστρου και του Αιγίου άλλαξαν ριζικά την μορφολογία της περιοχής του Πρωτο-Κορινθιακού Κόλπου. Οι περιοχές νότια από τα νέα ρήγματα άρχισαν να ανυψώνονται, ενώ οι περιοχές βόρεια από αυτά να βυθίζονται. Το αποτέλεσμα ήταν η αρχή της δημιουργίας της σημερινής μορφής του Κορινθιακού Κόλπου.


Εικόνα 4: Η δεύτερη φάση εξέλιξης του Κόλπου, πριν από 1,5 εκατομμύριο χρόνια σημειώνεται με ροζ χρώμα. Τότε αρχίζει να δημιουργείται η σημερινή μορφή του Κόλπου.







Πριν 500.000 χρόνια δημιουργήθηκε μια νεώτερη γενιά ρηγμάτων, βορειότερα από τη προηγούμενη. Τα νέα ρήγματα είναι αυτά τα οποία συνεχίζουν να είναι ενεργά μέχρι σήμερα και έχουν δημιουργήσει την βαθειά λεκάνη του Κορινθιακού Κόλπου, τον Κόλπο των Αλκυονίδων και τον Δυτικό Κορινθιακό Κόλπο (Εικόνα 5).




Εικόνα 5: Με άσπρο χρώμα φαίνονται οι σημερινές λεκάνες βύθισης του Κορινθιακού Κόλπου έτσι όπως διαμορφώθηκαν και εξελίσσονται τα τελευταία 500.000 χρόνια περίπου.
 
 
 
 

Ο Κεντρικός Κορινθιακός Κόλπος είναι η μεγαλύτερη και βαθύτερη λεκάνη με μέγιστο βάθος περίπου 870μ. Ο Κόλπος των Αλκυονίδων έχει βάθος μέχρι 440μ και ο Δυτικός Κορινθιακός μέχρι 600μ περίπου. Ο Κόλπος του Λέχαιου φτάνει τα 400μ κοντά στο ακρωτήρι Ηραίο. Προς τα δυτικά ο κόλπος συνδέεται με το Ιόνιο Πέλαγος με το στενό Ρίου-Αντιρρίου, το οποίο έχει μέγιστο βάθος 60 μέτρα περίπου. Προς τα ανατολικά, ο Ισθμός της Κορίνθου χωρίζει τον Κορινθιακό από τον Σαρωνικό Κόλπο, οι οποίοι ενώνονται μόνο τεχνητά με την Διώρυγα της Κορίνθου.
 
Εικόνα 6: Δορυφορική φωτογραφία LANDSAT της Κεντρικής Ελλάδας και βυθομετρία του Κορινθιακού Κόλπου, όπως χαρτογραφήθηκε από τους ερευνητές του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών με τα σύγχρονα όργανα του ωκεανογραφικού σκάφους Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ.
 
Πολλοί ερευνητές, διαφόρων ειδικοτήτων, από ελληνικά, ευρωπαϊκά και αμερικανικά ερευνητικά ιδρύματα και πανεπιστήμια ασχολήθηκαν με την μελέτη των γεωλογικών διεργασιών στον Κορινθιακό Κόλπο τα τελευταία 20-25 χρόνια και ιδιαίτερα μετά τον καταστροφικό σεισμό του Αιγίου το 1995. Το γεγονός αυτό κάθε παρά τυχαίο είναι, αφού ο Κορινθιακός Κόλπος είναι μία από τις πιο σεισμικές περιοχές, με ενεργά ρήγματα, μεγάλες κατακόρυφες και οριζόντιες παραμορφώσεις, χερσαίες και υποθαλάσσιες κατολισθήσεις, τσουνάμι κλπ.
Από τις μελέτες που έχουν γίνει γνωρίζουμε πλέον ότι οι δύο ακτές του Κόλπου (της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας) απομακρύνονται η μία από την άλλη με ρυθμό 1-1,5 μέτρο στα 1000 χρόνια. Ταυτόχρονα, η Βόρεια Πελοπόννησος ανυψώνεται με ρυθμό 1-1,3 μέτρα στα 1000 χρόνια ενώ οι ακτές της Στερεάς Ελλάδας βυθίζονται με τον ίδιο περίπου ρυθμό. Υπολογίστηκε με γεωδαιτικές μεθόδους ότι σεισμός του Αιγίου το 1995 προκάλεσε 12 χιλιοστά βύθιση στο Ακρωτήριο Ψαρομύτα.

Υπεύθυνα για αυτές τις κατακόρυφες και οριζόντιες μετατοπίσεις είναι τα ενεργά ρήγματα που έχουν χαρτογραφηθεί τόσο στην στεριά όσο και στον βυθό του Κόλπου και δημιουργούν τις απότομες πλαγιές. Τα ρήγματα στη θάλασσα έχουν χαρτογραφηθεί και μελετηθεί με σύγχρονα ηχοβολιστικά όργανα από ερευνητικά σκάφη (Εικόνα 7).




Εικόνα 7: Σχηματική απεικόνιση της θαλάσσιας γεωλογικής-γεωφυσικής έρευνας με το ερευνητικό σκάφος Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ και διάφορα ηχοβολιστικά όργανα έρευνας του βυθού και του θαλάσσιου υποστρώματος. Η εικόνα παρουσιάζει μια σεισμική τομή δυτικά από τα Τριζόνια, στην οποία φαίνονται τα υποθαλάσσια ρήγματα Τριζονίων και Μαραθιά.







Η δράση των υποθαλάσσιων ρηγμάτων έχει σαν αποτέλεσμα την συνεχή βύθιση του βυθού του Κορινθιακού Κόλπου με ρυθμό 3,6 μέτρα στα 1000 χρόνια. Ταυτόχρονα όμως στον βυθό φτάνουν τα φερτά υλικά, άμμος και λάσπη, που μεταφέρονται από τα ποτάμια προς τον Κόλπο. Τα υλικά αυτά αποτίθενται στον βυθό του Κόλπου με ρυθμό 2,5 μέτρα στα χίλια χρόνια περίπου. Έτσι τελικά ο βυθός του κόλπου βαθαίνει με ρυθμό 1-1,5 μέτρο στα χίλια χρόνια. Στον βυθό του Κορινθιακού Κόλπου έχουν αποτεθεί ιζήματα συνολικού πάχους 2.200 μέτρων. Αν υπολογισθεί και το βάθος των 870 μέτρων του βυθού, τότε η συνολική βύθιση της λεκάνης είναι περίπου 3000 μέτρα στα τελευταία 1-1,5 εκατομμύρια χρόνια.
Οι απότομες υποθαλάσσιες πλαγιές του κόλπου ευνοούν την εκδήλωση υποθαλάσσιων κατολισθήσεων και αυτές με τη σειρά τους την δημιουργία τσουνάμι. Πολλές υποθαλάσσιες κατολισθήσεις έχουν χαρτογραφηθεί και πολλά τσουνάμι έχουν καταγραφεί από τους ιστορικούς χρόνους μέχρι πρόσφατα. Το μεγαλύτερο τσουνάμι στον Κορινθιακό Κόλπο ήταν αυτό που ακολούθησε τον σεισμό του 373 π.Χ. και κατέστρεψε την Αρχαία Ελίκη στην περιοχή μεταξύ Αιγίου και Διακοφτού. Υποθαλάσσιες κατολισθήσεις και παράκτιες ολισθήσεις έγιναν και με τον σεισμό του Αιγίου, τόσο στην περιοχή του Ελαιώνα Αιγίου όσο και στην Ερατεινή.





Εικόνα 8: Φωτογραφίες από το βαθυσκάφος ΘΕΤΙΣ του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών. Οι φωτογραφίες δείχνουν χαρακτηριστικές δομές υποθαλάσσιων ολισθήσεων στην πλαγιά του Κορινθιακού Κόλπου σε βάθος 200-300 μέτρων
 
 
 
 


Στη διάρκεια της τελευταίας παγετώδους περιόδου η στάθμη της θάλασσας ήταν 120-125 μέτρα χαμηλότερα από την σημερινή στάθμη. Η αντίστοιχη στάθμη του νερού στον Κορινθιακό Κόλπο την ίδια εποχή ήταν 77-78 μέτρα χαμηλότερα από την σημερινή. Το βάθος του βυθού στο στενό Ρίου-Αντίρριου είναι 60 μέτρα. Επομένως ο Κορινθιακός την τελευταία παγετώδη περίοδο είχε μετατραπεί σε λίμνη αποκλεισμένη από την θάλασσα. Πυρηνοληψίες στο βυθό του Κόλπου αποκάλυψαν τα λιμναία ιζήματα κάτω από 13 μέτρα θαλάσσιων ιζημάτων. Ο Κόλπος ενώθηκε με το Ιόνιο Πέλαγος πριν από 12-13 χιλιάδες χρόνια, όταν η άνοδος της στάθμης της θάλασσας κάλυψε τον «ισθμό» Ρίου-Αντιρρίου και τα νερά εισχώρησαν στον Κορινθιακό.
 
Το ωκεανογραφικό σκάφος Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ και το βαθυσκάφος Β/Θ ΘΕΤΙΣ του Ελληνικού Κέντρου θαλάσσιων Ερευνών χρησιμοποιήθηκαν για τις θαλάσσιες έρευνες στον Κορινθιακό Κόλπο.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Σχετικά με τη βύθιση των ακτογραμμών της Στερεάς Ελλάδας, ιδίως κατά τη διάρκεια σεισμών ο ρυθμός δεν είναι σε χιλιοστά το χρόνο. Πριν δυο περίπου δεκαετίες με σεισμό σε περιοχή Κορινθιακό-Αίγιο, η ακτογραμμή Ερατεινής-Τολοφώνος της Φωκίδας βυθίστηκε σε μήκος χιλιομέτρων! π.χ. η παραλία πλησίασε τον παραλιακό δρόμο στην Ερατεινή κατά 50 μέτρα τουλάχιστον. Κατόπιν πήγαινες 50 μέτρα μέσα στο νερό και ήταν ακόμα μέχρι το γόνατο. Στον τολοφώνα χάθηκε μώλος κάτω από την επιφάνεια και ευκάλυπτοι έγειραν μέσα στη θάλασσα. Οι ενδείξεις είναι ακόμα εκεί για να γίνουν μετρήσεις.